Αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες
Ύδρευση. Για μια πόλη χωρίς υδάτινες πηγές, ο εφοδιασμός με άφθονο πόσιμο νερό είναι μία βασική προϋπόθεση για την ποιότητα ζωής σ’ αυτή. Στη Μονεμβασιά, κατά των καιρό των πολιορκιών, το νερό ήταν πολύτιμο με σημασία ζωής και θανάτου, γι’ αυτό και κάθε οικία διέθετε μία ή περισσότερες ιδιωτικές στέρνες. Η διοίκηση διέθετε επίσης, μεγαλύτερες στέρνες στην Κάτω και στην Άνω Πόλη, για δημόσια χρήση.
Οι κατοικίες ήταν εφοδιασμένες με υδρορρόες γύρω από τις στέγες τους, που κατέληγαν στις στέρνες. Για την κατασκευή των υδρορροών, χρησιμοποιούνταν τα ίδια ημικυκλικά τούβλα με τα οποία κατασκευάζονταν και οι στέγες. Οι σκεπές δεν προεξείχαν της οικοδομής, καθώς οι υδρορρόες βρίσκονταν ψηλά και εφάπτονταν στους εξωτερικούς τοίχους. Οι Τούρκοι, εφάρμοσαν την ίδια μέθοδο, αν και οι κατασκευαστικές τους συνήθειες ήταν διαφορετικές, αφού η έλλειψη νερού τους έκανε να τις αλλάξουν. Οι κάθετες υδρορρόες που κατέληγαν στη στέρνα ήταν φτιαγμένες από πήλινους σωλήνες, των οποίων οι καταλήξεις εφάρμοζαν η μία με την άλλη. Οι στέρνες ήταν εσωτερικά υδρομονωμένες με τη βυζαντινή ρόδινη λάσπη.
Σχεδόν όλες οι στέρνες ήταν χωρισμένες σε δύο τμήματα. Το πρώτο εξυπηρετούσε τον καθαρισμό του νερού και το δεύτερο, που συγκοινωνούσε με σωλήνες με το πρώτο, περιείχε το καθαρό πλέον, πόσιμο νερό. Το άνοιγμα της στέρνας ήταν διακοσμημένο συνήθως με ωραία επιστόμια από μάρμαρο, ώστε να είναι ανθεκτικό και να μη φθείρεται από την επαφή με το σχοινί του κουβά. Σε πολλά σπίτια μπορούσαν να αντλούν το νερό και από τον δεύτερο όροφο, όταν τα πατώματα είχαν ανοίγματα ακριβώς πάνω από τη στέρνα.
Οι μεγάλες δημόσιες δεξαμενές συνέλεγαν το νερό είτε από τις υδρορρόες των παράπλευρων εκκλησιών είτε από ειδικούς υδροσυλλέκτες, κατασκευασμένους από λάσπη, που βρίσκονταν γύρω από αυτές. Δύο από τις τρεις μεγάλες δεξαμενές με υδροσυλλέκτες βρίσκονται στην Άνω Πόλη και μία στην Κάτω Πόλη. Οι δεξαμενές στις πλατείες των εκκλησιών Παναγία Χρυσαφίτισσα και Χριστός ο Ελκόμενος, προμηθεύονταν νερό από τις στέγες των εν λόγω ναών.
Η αποχέτευση των κτιρίων δεν ήταν τόσο πρακτικά σχεδιασμένη, όσο η ύδρευση. Τα περισσότερα σπίτια διοχέτευαν τα απόνερα κατευθείαν στον δρόμο. Στο νότιο τείχος υπήρχαν ανοίγματα από τα οποία ρίχνονταν τα απόνερα στη θάλασσα. Μερικά διακρίνονται και σήμερα, όπως αυτό στη δίοδο του σπιτιού του Στελλάκη. Μόνο τα εφαπτόμενα στο νότιο τείχος σπίτια είχαν μία κεντρική, εσωτερική αποχέτευση στο ισόγειό τους, η οποία ήταν ανοιχτή και αθέατη από τον δρόμο. Από εκεί διοχετεύονταν τα απόνερα μέσω του νοτίου τείχους κατευθείαν στη θάλασσα.Σήμερα η παροχή νερού από τη Γέφυρα γίνεται μέσω δικτύου, το οποίο κατασκευάστηκε το 1963. Τα απόνερα καταλήγουν μέσω αποχετευτικών αγωγών σε φρεάτια.
Εξώστεγα. Τα τμήματα των κτισμάτων που προεξέχουν της οικοδομής πάνω από τον δρόμο ήταν κτισμένα πάνω σε ειδικές πέτρες στήριξης (μακρόστενες ανθεκτικές πέτρες που χρησιμοποιούνταν αντί για ξύλινα δοκάρια). Είχαν την ίδια λειτουργία με τις τουρκικές ξύλινες κονσόλες. Προσέφεραν τη δυνατότητα εξοικονόμησης μεγαλύτερου εμβαδού στους πάνω ορόφους. Μ’ αυτό τον τρόπο η έλλειψη χώρου στο ισόγειο, λόγω του δρόμου, αναπληρωνόταν στους πάνω ορόφους που προεξείχαν της οικοδομής. Η έλλειψη ξυλείας στην περιοχή ανάγκασε και τους Τούρκους να χρησιμοποιούν τις συγκεκριμένες πέτρες.
Η χρήση των τμημάτων που εξείχαν της οικοδομής καθόριζε και τη μορφή τους, καθώς είτε ως εξώστες-ηλιακά χρησιμοποιούνταν εσωτερικά ως καθιστικά ή απλώς εξυπηρετούσαν τη διεύρυνση του εσωτερικού χώρου, είτε αποτελούσαν το πάνω μέρος καπνοδόχων. Υπήρχαν τετραγωνισμένα και ημικωνικά εξώστεγα, τα οποία διακοσμούσαν οι τεχνίτες με ωραία λαξευμένα σχέδια που θύμιζαν την τουρκική ξυλογλυπτική. Ο εύκολος στην επεξεργασία του πωρόλιθος προσφερόταν για τις διακοσμήσεις.
Οι καπνοδόχοι της Μονεμβασιάς είναι κατασκευασμένες σύμφωνα με διαφορετικές τεχνοτροπίες και προέρχονται από τη βενετσιάνικη, την τουρκική και την ελληνική οικοδομική περίοδο. Οι παλαιότερες έχουν το χαρακτηριστικό, ότι εφάπτονται εξωτερικά στο κυρίως οικοδόμημα και συχνά διαπερνούσαν τα τόξα των εξωστέγων. Νότια των αψίδων της εκκλησίας Χριστός ο Ελκόμενος, βρίσκεται ένα ανακαινισμένο σπίτι του οποίου η καπνοδόχος διατηρεί την παλιά αυθεντική βενετσιάνικη μορφή (βλ. εικ. 14). Η κατά μήκος, εξωτερικά του σπιτιού καπνοδόχος είναι ημικυλινδρική και καταλήγει σε ένα κυλινδρικό τύμπανο, που βρίσκεται υπερβολικά ψηλά, και περιβάλλεται από διακοσμημένα γείσα στο κάτω και πάνω μέρος του. Το τύμπανο έχει ύψος και διάμετρο περίπου ένα μέτρο.
Οι σημερινές καπνοδόχοι δεν έχουν τόσες διακοσμήσεις όπως οι παλαιότερες. Μερικές είναι κτισμένες από πωρόλιθο με μία πέτρινη πλάκα στην κορυφή και αρκετές σχηματίζουν ένα είδος πυραμίδας με δύο πλάκες. Άλλες είναι κτισμένες από απλά κεραμίδια τοποθετημένα αντικριστά μεταξύ τους. Τελευταία, κατασκευάζονται πήλινες καπνοδόχοι κατά τα παλαιότερα πρότυπα.
Συνηθισμένες σε σπίτια με μεγάλο εμβαδόν ήταν οι βεράντες (βλ. εικ. 27). Αυτές κτίζονταν με λαξευμένες πέτρες και είχαν συνήθως θέα προς την θάλασσα. Ορισμένες ήταν σκεπασμένες από καμάρες, έτσι ώστε να μπορεί κανείς να κάθεται έξω, προφυλαγμένος από τον ήλιο και να παρατηρεί απ’ αυτό το είδος γαλαρίας την κίνηση στους δρόμους. Άλλες, ανοικτές βεράντες, ίσως να σκεπάζονταν από κληματαριές. Σ’ αυτή την περίπτωση, πέτρες και βλάστηση δημιουργούσαν μια έντονη χρωματική αντίθεση.
Διευθύνσεις με τη σημερινή έννοια δεν υπήρχαν παλαιότερα, αφού η Μονεμβασιά δεν διέθετε ονόματα δρόμων και αρίθμηση σπιτιών. Η αναγνώριση των οικιών γινόταν με τα λεγόμενα σημάδια του σπιτιού, εικονικές παραστάσεις, συχνά εμπλουτισμένες με γράμματα και αριθμούς, που βρίσκονταν στην πρόσοψη. Αυτά τα σημάδια δεν έχουν διασωθεί. Μόνο σε αναστηλωμένα σπίτια σήμερα, συναντά κανείς παραστάσεις που αποτελούσαν παλαιά σημάδια, τα οποία απεικονίζουν αετούς, λιοντάρια και άλλα εμβλήματα. Το μαρμάρινο λιοντάρι, λαξευμένο πάνω από την οικία του Μητροπολίτη, στην πλατεία της εκκλησίας Χριστός ο Ελκόμενος δεν αποτελεί σημάδι σπιτιού, παρά την ένδειξη της βενετσιάνικης εξουσίας στη Μονεμβασιάς.
Οι πλέον ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες των σπιτιών είναι οι αναγεννησιακές διακοσμήσεις σε πόρτες και παράθυρα. Οι επηρεασμένες από τους Βενετσιάνους κατασκευές στις θύρες αναγνωρίζονται από τους ραβδωτούς παραστάτες. Επίσης τα τόξα και τα πρέκια των παραθύρων είναι διακοσμημένα με ραβδώσεις από πωρόλιθο. Τα ελικοειδή τόξα πάνω από τις πόρτες και τα παράθυρα, δημιουργούν, στον κάτοικο της κεντρικής Ευρώπης, την εντύπωση ότι πρόκειται για στοιχεία τουρκικής κατασκευής. Στην πραγματικότητα, είναι βενετσιάνικη διακοσμητική μέθοδος, το ονομαζόμενο „στυλ Φλαμπογιάν“, το οποίο συναντάται σε εσωτερικούς χώρους και σε τζάκια (βλ. εικ. 24, πριν την ανακατασκευή).

Χάρτης του λιμανιού από τα τέλη του 17ου αιώνα
