Ο κεντρικός δρόμος
Ο κεντρικός δρόμος είναι ένα στενό δρομάκι, επιστρωμένο με πλατιές πέτρες (βλ. εικ. 15). Ξεκινάει από την κεντρική πύλη του δυτικού τείχους και φτάνει στην πλατεία που βρίσκεται η μεγάλη εκκλησία της Κάτω Πόλης, ο Χριστός ο Ελκόμενος, το καμπαναριό της οποίας δεσπόζει σε όλη την περιοχή της παλιάς πόλης. Όλοι οι περίπατοι στην πόλη ξεκινούν από αυτό το σημείο, το οποίο προσφέρεται για την επιστροφή και το ξεκίνημα νέας περιοδείας.
Η κεντρική οδός κατευθύνεται, μετά την πλατεία του Ελκόμενου Χριστού, σε μία έξοδο του ανατολικού τείχους της πόλης. Τα περίπου 500 μέτρα αυτού του δρόμου βρίσκονται στο ίδιο σχεδόν επίπεδο.
Τα χαρακτηριστικά των δύο τμημάτων του κεντρικού δρόμου είναι εντελώς διαφορετικά. Τα σπίτια μέχρι την πλατεία της εκκλησίας, είναι κατά το πλείστον στενά και σχετικά ψηλά. Η αναλογία του ύψους των σπιτιών με το πλάτος του δρόμου, δημιουργεί στον επισκέπτη την εντύπωση μιας ακόμη μεγαλύτερης στενότητας. Το δεύτερο τμήμα του δρόμου είναι πολύ διαφορετικό από το πρώτο.
Τα παλιά σπίτια στο πρώτο τμήμα του δρόμου είναι κτισμένα με το ίδιο οικοδομικό σχέδιο: στο ισόγειο ένας κεραμωτός θόλος, ο οποίος είναι ορατός από την είσοδο και από το διπλανό παράθυρο. Η μορφολογία της οροφής του ισογείου αντικατοπτρίζεται στις εξωτερικές επιφάνειες, με ένα τόξο πάνω από την πόρτα και το παράθυρο, και επαναλαμβάνεται ως διαρθρωτικό στοιχείο και στις δύο πλευρές του δρόμου, δεξιά και αριστερά. Ο μακρύς και στενός θολωτός αυτός χώρος στο ισόγειο, προσφερόταν για το εργαστήριο ή το μαγαζί των τεχνιτών και των εμπόρων. Οι χώροι διαμονής ήταν στον πάνω όροφο. Συνήθως τα διώροφα αυτά κτίσματα χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή και την πώληση εμπορευμάτων. Μερικά σπίτια του κεντρικού δρόμου κτίστηκαν μετά την απελευθέρωση της Μονεμβασιάς, το έτος 1821. Αυτά είναι φαρδύτερα, με ένα μοναδικό μεγάλο χώρο στο ισόγειο και με τα τυπικά, για την νεοκλασική περίοδο, διακοσμητικά τούβλα στις υδρορρόες. Το δεύτερο τμήμα του δρόμου οριοθετείται από τα τείχη, πίσω από τα οποία απλώνονται μεγάλα οικόπεδα με κήπους και μονοκατοικίες.
Το μεγαλύτερο μέρος του έτους αυτός ο στενός δρόμος, όπως άλλωστε και η υπόλοιπη Μονεμβασιά, ερημώνει και δείχνει εγκαταλειμμένος. Οι εργάτες και οι τεχνίτες δεν έχουν πλέον θέση εδώ. Αντίθετα, μπουτίκ, γκαλερί, ουζερί, καφενεία και μαγαζιά με ενθύμια και σουβενίρ καταλαμβάνουν τη θέση των παλιών εργαστηρίων με τους θόλους. Κοντά στη πλατεία της εκκλησίας, τοποθετούν πολλά εστιατόρια και καφενεία τις καρέκλες και τα τραπέζια τους ως τον δρόμο. Το καλοκαίρι μια γέρικη κληματαριά χαρίζει εκεί ευχάριστη σκιά. Αξίζει τον κόπο να επισκεφτεί κανείς τα ανοικτά μαγαζιά τριγύρω και είτε κάνοντας τα ψώνια του είτε καθισμένος για φαΐ και ποτό στον κεντρικό δρόμο, να παρατηρήσει με προσοχή τον αλλοτινό τρόπο διαμόρφωσης και κτισίματος, μιας και τα περισσότερα ιδιόκτητα οικήματα είναι απροσπέλαστα για τους τουρίστες. Σε μερικά εστιατόρια και καφενεία κρέμονται ενδιαφέρουσες χαλκογραφίες, φωτογραφίες και πίνακες.
