Η συνοικία γύρω από τις μεγάλες στέρνες
Ακολουθώντας τον δρόμο από τη σημερινή κεντρική πλατεία της Άνω Πόλης, πίσω από το τετράγωνο της πύλης, προς τα δυτικά, φτάνει κανείς στις μεγάλες στέρνες, που βρίσκονται στη μέση του ανήφορου της πλαγιάς, εκεί όπου ο βραχίονας του τείχους της Κάτω Πόλης συναντά την απότομη κατηφόρα. Ο δρόμος προς τα εκεί ακολουθεί την ευθεία δίπλα από τα τείχη, στην άκρη της νότιας πλευράς του υψώματος και καταλήγει σε ένα γήπεδο που συνορεύει βόρεια, με τα ερείπια ενός διώροφου σπιτιού και δυτικά, με ένα κοίλωμα.
Από τη θέση του διώροφου σπιτιού, αντιλαμβάνεται ο επισκέπτης ότι αυτό αποτελούσε το φρουραρχείο, έδρα του Διοικητή-Φρούραρχου του κάστρου. Το σπίτι δεν διαθέτει βοηθητικούς χώρους, παρά μόνο έναν μεγάλο ενιαίο χώρο στο ισόγειο και άλλον έναν στον άνω όροφο. Την πρόσβαση στον άνω όροφο εξυπηρετεί μία εξωτερική σκάλα. Μπροστά από το σπίτι, μια μικρή πέτρινη σκάλα οδηγεί σε μία υπερυψωμένη θέση - έδρα στο τείχος, πάνω από την απότομη κατηφόρα. Το σημείο αυτό είναι εξαιρετικής στρατηγικής σημασίας, διότι από εκεί μπορούσε ο Φρούραρχος να εποπτεύει κάθε γωνιά της Κάτω Πόλης, το δυτικό της τείχος και τις εισόδους της. Εκτός αυτού παρατηρούσε όλη την έκταση του νότιου τείχους της Άνω Πόλης από σταθερό σημείο. Από εκεί μπορούσε να αλλάζει τη στρατιωτική τακτική των επιχειρήσεων και να ελέγχει αν αυτές εφαρμόζονταν σωστά. Σήμερα, η θέση προσφέρεται για πανοραμικές φωτογραφίες της Κάτω Πόλης.
Το κοίλωμα μεταξύ του σπιτιού του Φρούραρχου και του νότιου τείχους, ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για το κάστρο κατά τις περιόδους αποκλεισμού. Εκεί καλλιεργούνταν διάφορα δημητριακά και λαχανικά. Αυτό θα ήταν αδιανόητο για έναν κεντροευρωπαίο γεωργό, βλέποντας τον γεμάτο πέτρες χώρο. Σύμφωνα με παλιές περιγραφές της πόλης, υπολογί ζεται ότι σ’ αυτό το τμήμα μπορούσαν να καλλιεργηθούν τρόφιμα για πενήντα - εξήντα άτομα. Οι χρονογράφοι της εποχής υποστηρίζουν, ότι αυτή η παραγωγή αρκούσε για την άμυνα και την υπεράσπιση της Μονεμβασιάς, κατά τους αποκλεισμούς.
Το κοίλωμα του εδάφους συνορεύει βόρεια με δύο μεγάλες στέρνες (βλ. εικ. 35). Ένα μικρό μονοπάτι, διάσπαρτο από χαμόκλαδα και θάμνους, οδηγεί δίπλα στις δεξαμενές αυτές και καταλήγει στο κάστρο του υψώματος. Στην αριστερή πλευρά του μονοπατιού βρίσκεται ένα τετράγωνο κτίσμα, σκεπασμένο από μία ημισφαιρική στέγη με μεγάλα τοξοειδή ανοίγματα και εύλογα γεννάται το ερώτημα, ποιον σκοπό εξυπηρετούσε. Ήταν περίπτερο αναψυχής αντίκρυ από τον κήπο του κοιλώματος ή ήταν κτίσμα πάνω από πηγή ή πηγάδι, όπου σε καιρό ειρήνης και αφθονίας του νερού, μπορούσε κανείς να δροσιστεί και να προφυλαχτεί από την κάψα του γύρω χώρου; Αυτό σήμερα δεν το γνωρίζει κανείς.
Η μεγάλη σκεπαστή δεξαμενή της κάτω στέρνας, με τις πόρτες στη στενή πλευρά της και τις εισροές από την πλευρά του βουνού, παραμένει και σήμερα γεμάτη νερό, ακόμη και κατά τις ζεστές μέρες του καλοκαιριού. Ο τσιμεντένιος υδροσυλλέκτης στην πίσω πλευρά, που είναι προσαρμοσμένος στη μορφολογία του εδάφους και τριγυρισμένος από ένα τοίχο, είναι σήμερα σε πολλά σημεία φθαρμένος με ανοίγματα από τα οποία ξεφυτρώνει βλάστηση. Ξερά φύλλα παρασύρονται και σαπίζουν βουλώνοντας τις τρύπες εισροής. Η υποδομή της στέρνας λίγο πιο ψηλά είναι ισχυρότατη, ώστε να αντέχει στην πίεση του νερού. Μπροστά απ’ αυτήν, υπήρχε κάποτε μια στοά με τοξοειδή ανοίγματα. Και εδώ η επιφάνεια για τη συλλογή νερού, που είναι μικρότερη από αυτήν της κάτω στέρνας, είναι δυστυχώς παραδομένη στη φθορά του χρόνου.
Οι δεξαμενές αυτές ήταν δημόσιες και εξυπηρετούσαν τις ανάγκες σε καιρό πολέμου, όταν τα αποθέματα των σπιτιών εξαντλούνταν. Την εποχή εκείνη πρέπει να υπήρχαν στο οροπέδιο και πηγές, με καθαρό, πόσιμο νερό. Σήμερα, δεν υπάρχει καμία, αν και στα μέσα του 19ου αιώνα αναφέρεται μία πηγή κοντά στην Αγία Σοφία, από την οποία ανάβλυζε ένα ρυάκι με ελάχιστο όμως νερό. Τελικά, εάν υπήρχαν πηγές στον βράχο, το νερό τους ήταν λιγοστό και δεν αρκούσε για τον εφοδιασμό των κατοίκων. Η ζωή στον βράχο ήταν εξαρτημένη από τις βροχές και τις στέρνες. Ωστόσο η έλλειψη νερού, δεν ανάγκασε ποτέ τους αμυνόμενους να παραδοθούν. Από την παράδοση στους Φράγκους το 1248 μέχρι την απελευθέρωση του 1821, πάντοτε η έλλειψη τροφίμων ωθούσε τους πολιορκημένους να παίρνουν μια τέτοια απόφαση. Θα πρέπει κανείς να παραδεχθεί ότι το ζωτικό αυτό πρόβλημα, του εφοδιασμού με νερό, είχε λυθεί υποδειγματικά με τις συγκεκριμένες εγκαταστάσεις.
